ΟΣΤΕΟΠΟΡΩΣΗ

Image


Η οστεοπόρωση είναι η συχνότερη πάθηση των οστών και χαρακτηρίζεται, πρώτον, από χαμηλή οστική μάζα ή, πιο απλά, από λιγότερη ποσότητα οστού και δεύτερον, από διαταραχή της μικροαρχιτεκτονικής δομής των οστών με αποτέλεσμα τη μείωση της αντοχής τους και τον αυξημένο κίνδυνο κατάγματος.

Η οστεοπόρωση διακρίνεται σε:

  • Πρωτοπαθή
    • Μετεμμηνοπαυσιακή οστεοπόρωση
    • Οστεοπόρωση των ηλικιωμένων ή γεροντική οστεοπόρωση
  • Δευτεροπαθή

     Η πιο συχνή μορφή οστεοπόρωσης είναι η μετεμμηνοπαυσιακή. Εμφανίζεται σε γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση και σχετίζεται με τη μειωμένη παραγωγή οιστρογόνων, που φυσιολογικά παρατηρείται σε αυτή την ηλικία των γυναικών. Η λεγόμενη οστεοπόρωση των ηλικιωμένων εμφανίζεται σε γυναίκες και άνδρες ηλικίας 70 ετών και πάνω. Η δευτεροπαθής οστεοπόρωση αναπτύσσεται σε ασθενείς με ορισμένες παθήσεις, όπως είναι π.χ. ο υπερπαραθυρεοειδισμός, η ρευματοειδής αρθρίτιδα, ο υπογοναδισμός, ο υπερθυρεοειδισμός και το σύνδρομο δυσαπορρόφησης. Επίσης δευτεροπαθής οστεοπόρωση μπορεί να εμφανιστεί σε ασθενείς που παίρνουν για μακρό χρονικό διάστημα ορισμένα φάρμακα, όπως είναι τα γλυκοκορτικοειδή (δηλ. η κορτιζόνη), η θυρεοειδική ορμόνη σε δόση μεγαλύτερη από ό,τι χρειάζεται για την αντιμετώπιση του υποθυρεοειδισμού, τα αντιεπιληπτικά φάρμακα ή η ηπαρίνη.

Ποιες είναι οι αιτίες και πώς αναπτύσσεται η οστεοπόρωση;

Δύο είναι οι παράγοντες που παίζουν καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη της οστεοπόρωσης:

  • Το χαμηλό επίπεδο της κορυφαίας οστικής μάζας που αποκτά ένα άτομο στην ηλικία των 25 περίπου ετών
  • Η αυξημένη οστική απώλεια που μπορεί να συμβεί μετά την ηλικία των 45-50 ετών

    Το ποσό της οστικής μάζας, που έχει ένα άτομο σε οποιαδήποτε ηλικία, είναι αποτέλεσμα δύο βασικών και αλληλένδετων κυτταρικών λειτουργιών, που πραγματοποιούνται συνεχώς μέσα στα οστά καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής, στα πλαίσια της λεγόμενης οστικής ανακατασκευής. Οι λειτουργίες αυτές είναι, πρώτον, η οστική απορρόφηση που προηγείται και δεύτερον, η οστική παραγωγή που ακολουθεί. Η οστική απορρόφηση γίνεται από τα κύτταρα που λέγονται οστεοκλάστες και η οστική παραγωγή γίνεται από τα κύτταρα που λέγονται οστεοβλάστες.

    Φυσιολογικά, μέχρι την ηλικία περίπου των 25 ετών η οστική παραγωγή είναι μεγαλύτερη από την οστική απορρόφηση και έτσι η οστική μάζα αυξάνει συνεχώς, και μάλιστα πιο πολύ στους άνδρες από ό,τι στις γυναίκες, για να φθάσει στην ηλικία αυτή των 25 ετών στο μέγιστο επίπεδό της, που είναι γνωστό ως κορυφαία οστική μάζα. Κατά τα επόμενα 20 περίπου χρόνια η οστική απορρόφηση είναι ίση με την οστική παραγωγή τόσο στους άνδρες όσο και στις γυναίκες και επομένως η οστική μάζα παραμένει σταθερή. Μετά την ηλικία όμως των 45 ετών η εικόνα αρχίζει να αναστρέφεται. Η οστική απορρόφηση δηλ. γίνεται μεγαλύτερη από την οστική παραγωγή και  μάλιστα σε μεγαλύτερο βαθμό στις γυναίκες από ό,τι στους άνδρες λόγω της μειωμένης παραγωγής των οιστρογόνων και τελικά της εγκατάστασης της εμμηνόπαυσης περί την ηλικία περίπου των 50 ετών. Έτσι το αποτέλεσμα είναι μια “φυσιολογική” οστική απώλεια. Στους άνδρες η  “φυσιολογική” οστική απώλεια είναι μικρότερου βαθμού, αλλά μετά την ηλικία των 70 ετών  η “φυσιολογική” ετήσια οστική απώλεια είναι στο ίδιο επίπεδο σε άνδρες και γυναίκες.

   Έτσι, όταν σε ορισμένα άτομα κάτω από την επίδραση παραγόντων κινδύνου για την οστεοπόρωση δεν αποκτηθεί το μέγιστο επίπεδο της κορυφαίας οστικής μάζας μέχρι την ηλικία των 25 ετών ή ο ετήσιος ρυθμός της οστικής απώλειας μετά από την ηλικία των 45-50 ετών είναι μεγαλύτερος από τον “φυσιολογικό”, τότε το αποτέλεσμα είναι η συνεχής απώλεια οστικής μάζας και τελικά η πρόκληση οστεοπόρωσης.

 Πως γίνεται η διάγνωση της οστεοπόρωσης;

    Η διάγνωση της οστεοπόρωσης, όταν έχει συμβεί κάταγμα, είναι εύκολη και στηρίζεται στο ιστορικό, στην κλινική εξέταση και στη μέτρηση της οστικής πυκνότητας. Το ενδιαφέρον όμως ερώτημα είναι αν μπορεί η διάγνωση της οστεοπόρωσης να γίνει στο προσυμπτωματικό στάδιο, δηλ. πριν συμβεί το κάταγμα. Η απάντηση είναι καταφατική. Η διάγνωση της οστεοπόρωσης μπορεί να γίνει στο προκαταγματικό στάδιο με μέτρηση της οστικής πυκνότητας, εφόσον τηρούνται οι ενδείξεις για τη χρησιμοποίηση αυτής της διαγνωστικής μεθόδου. Η μέτρηση της οστικής πυκνότητας γίνεται στην οσφυϊκή μοίρα της σπονδυλικής στήλης πριν από την ηλικία των 60 ετών ή στο άνω άκρο του μηριαίου οστού στην ηλικία των 60 ετών και πάνω. Για τη μέτρηση  αυτή η πιο χρήσιμη και

αξιόπιστη μέθοδος είναι η μέτρηση της απορρόφησης διπλοενεργειακών φωτονίων, που είναι γνωστή ως DEXA από το Dual Energy X-ray absorptiometry.

Μέτρηση της οστικής πυκνότητας θα πρέπει να γίνεται:

  • Σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες ηλικίας μικρότερης των 65 ετών που έχουν  επιπλέον της εμμηνόπαυσης έναν ή περισσότερους παράγοντες κινδύνου για οστεοπόρωση.
  • Σε όλες τις γυναίκες ηλικίας 65 ετών και πάνω ανεξαρτήτως παραγόντων κινδύνου.
  • Σε γυναίκες και άνδρες που παίρνουν ή προβλέπεται να πάρουν κορτιζόνη για μεγάλο χρονικό διάστημα (ημερήσια δόση ίση ή μεγαλύτερη από 7,5 mg πρεδνιζολόνης για 3 μήνες ή περισσότερο).
  • Σε γυναίκες και άνδρες με ακτινολογική παραμόρφωση σπονδύλων.
  • Σε γυναίκες και άνδρες που έχουν υποστεί κάταγμα μετά από ελαφρό τραύμα.
  • Σε γυναίκες και άνδρες που βρίσκονται σε θεραπεία για οστεοπόρωση προκειμένου να γίνεται περιοδικά αξιολόγηση του αποτελέσματος της εφαρμοζόμενης θεραπευτικής αγωγής.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ

    Η θεραπεία της οστεοπόρωσης δεν μπορεί να πετύχει πλήρη αναπλήρωση της οστικής μάζας, που έχει ήδη χαθεί, ούτε αποκατάσταση της διαταραγμένης μικροαρχιτεκτονικής δομής των οστών και φυσικά δεν μπορεί να αναιρέσει τις σοβαρές συνέπειες των οστεοπορωτικών καταγμάτων, που μπορεί να έχουν ήδη συμβεί. Όλα αυτά βέβαια υπογραμμίζουν τη μεγάλη σημασία της πρωτογενούς κυρίως αλλά και της δευτερογενούς πρόληψης της νόσου. Η επιλογή της κατάλληλης αγωγής εξαρτάται από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του κάθε ασθενή. 


Ωστόσο, πρέπει να τονιστεί ότι σήμερα υπάρχουν θεραπευτικές δυνατότητες για την οστεοπόρωση και ότι με την κατάλληλη εφαρμογή τους μπορεί να επιτευχθούν:

  • Αναστολή περαιτέρω οστικής απώλειας
  • Σημαντική αύξηση της οστικής μάζας
  • Σημαντική μείωση του κινδύνου καταγμάτων
Σήμερα υπάρχουν πολλά φάρμακα για την θεραπεία της οστεοπόρωσης τα οποία είτε αυξάνουν την οστική παραγωγή είτε αναστέλλουν την οστική απορρόφηση.

Μετά την εμμηνόπαυση συστείνεται η καθημερινή χορήγηση ασβεστίου και βιταμίνης D. Σε περίπτωση οστεοπόρωσης τα κυριότερα φάρμακα είναι:
  • Διφωσφονικά
  • Παραθορμόνη
  • Εκλεκτικοί τροποποιητές των υποδοχέων των οιστρογόνων
  • Δενοσουμάμπη
  • Οιστρογόνα
  • Η οστεοπόρωση είναι ασθένεια της γυναίκας, ή κινδυνεύουν και οι άντρες;
    Αν και οι περισσότεροι που πάσχουν από οστεοπόρωση είναι γυναίκες, οι άνδρες μπορούν επίσης να αναπτύξουν οστεοπόρωση, κυρίως ως επιπλοκή φαρμάκων όπως της κορτιζόνης αλλά και σε κινητικές διαταραχές καθώς και σε προχωρημένη ηλικία (ιδιαίτερα άνω των 80 ετών).
  • Πώς μπορώ να προλάβω την εμφάνιση οστεοπόρωσης;
    Δίαιτα και άσκηση παίζουν τεράστιο ρόλο στην πρόληψη. Να ασκείστε τακτικά, κατά προτίμηση στον καθαρό αέρα ( πρωινές ασκήσεις, ασκήσεις ενδυνάμωσης, μεγάλες βόλτες, περπάτημα και / ή ποδηλασία). Τροφές πλούσιες σε ασβέστιο και βιταμίνη D. Μείωση των παραγόντων κινδύνου ( κάπνισμα, η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ).
  • Έχω οστεοπόρωση. Μπορώ  να κάνω γυμναστική;
    Πρώτα πρέπει να βεβαιωθούμε ότι μπορούμε να ανταποκριθούμε στις ασκήσεις. Καλό είναι να κάνουμε αθλήματα όπως  πεζοπορία, περπάτημα, χορό, αεροβική γυμναστική και ασκήσεις ενδυνάμωσης.

     Σε ηλικία 60 ετών μου διεγνώσθη οστεοπόρωση . Από τότε λαμβάνω τακτικά ασβέστιο. Φτάνει μόνο αυτό;
Μια ημερήσια πρόσληψη 1000 mg ασβεστίου είναι πολύ σημαντική, αλλά από μόνη της δεν είναι επαρκής. Επιπλέον, θα πρέπει να διατηρηθούν υψηλά τα επίπεδα της βιταμίνης D και να ακολουθείται τακτική άσκηση ! Θα πρέπει να γίνει έναρξη αντιοστεοπορωτικής αγωγής καθώς και τακτικός έλεγχος της οστικής μάζας.